Τα τελευταία στοιχεία για την ανάπτυξη το 2017, επιβεβαιώνουν τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις για την οικονομία. Από το 2,7% αρχικά, την περιορίζουν τώρα στο 1,6%, που είναι στο χαμηλότερο επίπεδο από την αρχή του έτους.
Μια μεγάλη διαφορά που μεταφράζεται σε περίπου 2 δις. λιγότερα για την οικονομία.
Αναμενόμενη εξέλιξη αν αναλογιστεί κανείς την υπερφορολόγηση , τις περικοπές, την απουσία επενδύσεων, τις καθυστερήσεις στις αξιολογήσεις χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα, την απουσία των τραπεζών από την αναπτυξιακή διαδικασία, την επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας.
Την ίδια ώρα παρά την επιβράδυνση, η χώρα εμφανίζει πλεόνασμα σε σχέση με το στόχο του μνημονίου και μοιράζει και φέτος μέρισμα από αυτήν την υπεραπόδοση.
Κανείς δεν μπορεί να είναι αντίθετος με μια βοήθεια ως ανακούφιση στους πολίτες που δοκιμάζονται τόσα χρόνια από την κρίση. Ας μην έχουμε αμφιβολίες όμως. Αυτού του είδους οι βοήθειες εκτός από τη θετική πλευρά για όσους τις λάβουν, δεν μπορούν να αποτελέσουν την πραγματική διέξοδο από το πρόβλημα. Είναι η άλλη πλευρά της εθνικής μας μιζέριας. Είναι σαν να μοιράζεται συσσίτιο με τους πολίτες να στήνονται στην ουρά για να το λάβουν και να ξεγελάσουν την πείνα τους.
Δεν μπορεί να είμαστε μια κοινωνία που να στηρίζεται στα «κοινωνικά μερίσματα». Δουλειές είναι αυτό που κυρίως χρειάζονται οι πολίτες.
Το κοινωνικό μέρισμα δεν προσφέρεται για θριαμβολογίες με στόχο να μεγιστοποιηθεί το όποιο κομματικό και πολιτικό όφελος και για άλλον ένα λόγο:
Προέκυψε ως υπεραπόδοση (περίσσευμα) σε σχέση με το μνημόνιο, από το «αίμα» πολιτών και επιχειρήσεων με «σημαία» την υψηλή φορολογία.
Η αύξηση των φόρων ξεπέρασε τα 2 δις. ευρώ το 2017. Τα νέα μέτρα ήταν στηριγμένα και αυτά στην αρχική πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,7%. Τελικά παρά τις χαμηλότερες επιδόσεις στην οικονομία τα μέτρα παρέμειναν και όχι μόνον επιτεύχθηκε ο στόχος, αλλά υπάρχει και υπεραπόδοση….
Πώς είναι δυνατόν, ενώ η οικονομία αναπτύσσεται με χαμηλότερους ρυθμούς από τις αρχικές προβλέψεις και επομένως η συνολική πίτα είναι μικρότερη, οι φόροι που επιβάλλονται μέσω των μέτρων να είναι περισσότεροι και να επιτυγχάνεται και υπερκάλυψη του στόχου του μνημονίου;
Από τα διαθέσιμα στοιχεία δεν προκύπτει ότι είναι λόγω πάταξης της φοροδιαφυγής, αλλά εξαιτίας κυρίως των υπολογισμών που έγιναν και που τελικά οδήγησαν σε ακόμα μεγαλύτερη αφαίμαξη των Ελλήνων πολιτών από τις απαιτήσεις του μνημονίου. Ήταν κυρίως η ανελέητη φορολογική επιδρομή, δηλαδή η επιβολή φόρων παραπάνω από ότι χρειαζόταν, σε συνδυασμό βέβαια με τη γνωστή τακτική της καθυστέρησης στην πληρωμή των υποχρεώσεων του δημοσίου της μη κάλυψης δαπανών στο χώρο της υγείας, το τσεκούρι στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, κλπ.
Οι συνέπειες της φορολογικής επιδρομής είναι ιδιαίτερα αρνητικές. Οι μισοί Έλληνες χρωστούν στην εφορία σχεδόν 100 δις. ευρώ συν τις υποχρεώσεις σε ασφαλιστικά ταμεία, τράπεζες, επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας κλπ και αδυνατούν να ανταποκριθούν.
Τα δηλωθέντα εισοδήματα του 2016 ήταν χαμηλότερα κατά 2,5 δις. ευρώ σε σχέση με το 2015, αντανακλώντας την οικονομική συρρίκνωση και τη φορολογική εξάντληση, αλλά και την υψηλή πάντα φοροδιαφυγή.
Τον Σεπτέμβριο προστέθηκαν 410.322 νέοι οφειλέτες στην εφορία και οι φορολογούμενοι στους οποίους έχουν ήδη επιβληθεί μέτρα αναγκαστικής είσπραξης φτάνουν το 1 εκατ. καταγράφοντας αύξηση κατά περίπου 20.000 μέσα σε ένα μήνα.
Η υπερφορολόγηση δεν αφήνει τη χώρα να αναπνεύσει και μαζί με τη γραφειοκρατία και τις ιδεοληψίες αποτελούν βασικούς παράγοντας που εμποδίζουν τις επενδύσεις. Αποδεικνύεται ότι δεν αρκούν ανοιχτές προσκλήσεις, αστήρικτη αισιοδοξία και διαβεβαιώσεις στα λόγια, ούτε δηλώσεις ότι οι επενδύσεις «θα είναι τόσες πολλές που δε θα προλαβαίνουμε». Είναι σαν να προσπαθούμε να ξεγελάσουμε τους επενδυτές μέχρι να ανακαλύψουν την πραγματικότητα και να τα βρουν … μπαστούνα. Η πραγματικότητα είναι διαφορετική και η χώρα πέφτει όλο και πιο χαμηλά στους δείκτες ανταγωνιστικότητας.
Είναι χαρακτηριστική η τελευταία έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας "Doing Business Report 2018" για τη διευκόλυνση του επιχειρείν, που κατατάσσει την Ελλάδα στην 67η θέση από την 61η το προηγούμενο χρόνο και την 58η το 2016 ανάμεσα σε 190 χώρες. Πλέον η χώρα βρίσκεται χαμηλότερα από την Αλβανία (65η θέση), ενώ Ισπανία και Πορτογαλία καταλαμβάνουν την 28η και 29η θέση, αντίστοιχα.
Στους επιμέρους δείκτες, στην καταγραφή και μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας η Ελλάδα βρίσκεται στην 145η θέση, στην εφαρμογή των συμβολαίων στην 131η, ενώ η επίλυση εμπορικών διαφωνιών είναι προβληματική λόγω καθυστερήσεων στην απονομή δικαιοσύνης.
Αν τέτοιοι δείκτες δε βελτιωθούν η χώρα δε θα μπορέσει να προσελκύσει επενδύσεις.
Χωρίς να σπάσεις αυγά δε φτιάχνεις ομελέτα.
Ποτέ δεν είναι αργά…
* Οικονομολόγος, δημοτικός σύμβουλος δήμου Θηβαίων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου