Σάββατο 14 Σεπτεμβρίου 2013

Ο τρύγος και το κρασί από τον Ησίοδο μέχρι σήμερα…



*   Είναι γνωστό ότι τα ονόματα των μηνών είναι λατινικά. Ο Σεπτέμβριος στο αρχαίο λατινικό ημερολόγιο λεγόταν Σεπτέμπερ, δηλαδή, έβδομος. Γιατί ήταν πραγματικά ο έβδομος μήνας του χρόνου. Την εποχή εκείνη, το έτος άρχιζε την πρώτη Μαρτίου. Ο Μάρτιος ήταν αφιερωμένος στο θεό του πολέμου Άρη, ο οποίος στα λατινικά λέγεται Ματς (γεν. Ματτίς), γιατί τον μήνα αυτόν άρχιζαν οι πολεμικές επιχειρήσεις.
Αργότερα, ο Νουμάς Πομπίλιος πρόσθεσε στο αρχαίο λατινικό ημερολόγιο του Ρωμύλου και άλλους δύο μήνες, τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο και τους τοποθέτησε πριν από το Μάρτιο. Έτσι, ο Σεπτέμβριος από έβδομος έγινε ένατος μήνας, χωρίς όμως να αλλάξει και το όνομα. Ένατος μήνας λέγεται ο Νοέμβριος (novem=εννέα), ενώ τώρα είναι ενδέκατος (11ος).
Η Εκκλησία ως πρώτη ημέρα του έτους θεωρεί την 1η Σεπτεμβρίου (εκκλησιαστικό έτος). Από την ημέρα αυτή αρχίζουν τα εκκλησιαστικά ημερολόγια και τα Ωρολόγια των Λειτουργιών. Στο Πατριαρχείο γίνεται ειδική τελετή και υπογράφεται πρακτικό από τον Πατριάρχη και τους αρχιερείς.
Από τους Βυζαντινούς χρόνους ο χριστιανικός κόσμος αισθάνονταν πάντα τον Σεπτέμβριο σαν νέο ξεκίνημα, αλλά και σαν τέλος μιας εποχής τη συγκομιδή των καρπών της προηγούμενης χρονιάς. Την πρώτη Σεπτεμβρίου με τα αυτοκρατορικά διατάγματα, τις ινδικτιόνες (INDICTIONES) καθορίζονταν οι φόροι γιατί ήταν η συγκομιδή της παλιάς σοδειάς και η αρχή της καινούργιας παραγωγικής χρονιάς. Γι’ αυτό και η πρώτη Σεπτεμβρίου λέγεται και αρχή της Ινδίκτου (από το Indictio, onis).
Τον Σεπτέμβριο ο λαός τον ονομάζει Τρυγητή. Και αυτό γιατί από τους αρχαιοτάτους χρόνους η βασικότερη δουλεία του αγρότη το μήνα αυτόν είναι ο τρύγος (το μάζεμα) των σταφυλιών και η περαιτέρω επεξεργασία τους.    
Δυστυχώς, σήμερα με την ερήμωση των χωριών μας εχάσαμε εκείνη την ωραία εικόνα που ζούσαμε τις ημέρες του τρύγου. Μόνον με την αναπόληση του παλαιόυ εκείνου τρύγου, ζούμε νοερά για λίγες στιγμές την ειδυλλιακή εικόνα του τρύγου που νισταλγούμε, όσοι την ζήσαμε: Μικροί και μεγάλοι γέμιζαν τ’ αμπέλια με χαρούμενες φωνές και τραγούδια: «Μπαίνω μες τ’ αμπέλι σαν νοικοκυρά, να και ο νοικοκύρης πόρχεται κόντά. Έλα νοικοκύρη να τρυγήσουμε, κόκκινα σταφύλια να πατήσουμε, κρασί στη Βενετιά για να πουλήσουμε…».
Οι ευχές με τους γείτονες έδιναν και έπαιρναν: «Και του χρόνου διπλότερα» «Στις χαρές να το ξοδέψουμε», «Καλό χειμώνα, με υγεία και καλή καρδιά» κλπ.
Τα μικρά καλάθια που κρατούσαν μικροί και μεγάλοι τρυγητάδες γέμιζαν γρήγορα και τα άδειαζαν στις μεγάλες καλάθες για να φορτωθούν στα μουλάρια ή στα γαϊδουράκια, τα οποία οδηγούσαν οι μεγαλύτεροι στο σπίτι στο χώρο όπου βρίσκονταν το πατητήρι. Εκεί θα άρχιζε η δεύτερη διαδικασία μετά τον τρύγο…
Η Αγία Γραφή αποδίδει την πρώτη καλλιέργεια της αμπέλου στο Νώε. Στην αρχαία Ελλάδα τοποθετούσαν την παραγωγή σταφυλιών σε βάθος χρόνου μεγάλο χωρίς ακριβή προσδιορισμό. Άλλωστε δεν ήταν εύκολο να γίνει χωρίς γραπτές μαρτυρίες.
Ο πρώτος που κάνει λόγο για τον τροπο παραγωγής οίνου είναι ο πατέρας του Διδακτικού Έπους Ησίοδος. Ο Ησίοδος, σύγχρονος σχεδόν του Ομήρου (8ος αιώνας Π.Χ.), ανάμεσα στα άλλα έργα του έγραψε και το έπος «ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ». Στο έπος αυτό κάνει λόγο για τις διάφορες αγροτικές εργασίες, αλλά περισσότερο κάνει λόγο για τις ημέρες, που, από άποψη θρησκευτική, είναι ευνοϊκές για τις διάφορες εργασίες των αγροτών.
Στους στίχους 609-617 γράφει (σε μετάφραση): «Και όταν τέλος ανέβουν στα μεσουράνια ο Ωρίωνας και ο Σείριος κι’ αντικρίσει η Αυγούλα τον Αρκτούρο (Μέσα Σεπτεμβρίου), τότε καιρός να τρυγήσεις όλα τα σταφύλια και στο σπίτι να τα φέρεις. Άπλωσέ τα στον Ήλιο δέκα μερόνυχτα, μάζεψέ τα πέντε μέρες στη σκιά και την έκτη μέρα άδειασε στα αγγεία τα δώρα του πλούσιου σε χάρες Διονύσου. Και όταν ιδείς πια να δύουν οι Πλειάδες και οι Υάδες και ο γιγάντιος Ωρίωνας, τότε καιρός είναι να θυμηθείς πως ήρθε πάλι η εποχή για το όργωμα και πως ο σπόρος κάτω από τη Γη πρέπει να βρει πια θέση.   
Ο Ησίοδος, βλέπουμε ότι επισημαίνει ο Σεπτέμβριος είναι το τέλος μιας εποχής (συγκομιδή) και η αρχή μιας άλλης (σπορά).
Όσον αφορά στο θέμα παραγωγής του οίνου όπως την περιγράφει ο Ησίοδος την επιβεβαίωσε ο Παστέρ αιώνες μετά. Γαλλικά κρασιά παρασκευάζονται με μεθόδους που εφαρμόστηκαν πριν από 2.700 χρόνια στην ιδιαίτερη πατρίδα του Ησίοδου την Βοιωτία. Ο οίνος που περιγράφει ο Ησίοδος, το πρώτο γλυκό κρασί του οποίου έχει διασωθεί ο τρόπος παρασκευής ήταν γέννημα της ημιορεινής Βοιωτίας, της πατρίδας του Ησίοδου.
Πολλοί αρχαίοι Έλληνες ποιητές και συγγραφείς κάνουν λόγο για το κρασί. Ο Όμηρος κάνει λόγο για την ομορφότερη ευχαρίστηση του λαού, όταν οι άνθρωποι απολαμβάνουν το φαγητό με το κρασί. Στην Οδύσσεια (Ι, 5-11) διαβάζουμε μερικούς από τους ωραιότερους στίχους για ένα συμπόσιο: «Πιο χαριτωμένη ζωή εγώ δεν ξέρω και άλλη παρά μόνον όταν όλος ο λαός τριγύρω αναγαλλιάζει και στα παλάτια οι σύδειπνοι (συνδαιτυμόνες) αράδα καθισμένοι ακούνε τον τραγουδιστή, με τα τραπέζια εμπρός τους γεμάτα κρέας και ψωμί και ο κεραστής σαν παίρνει απ’ το κροντήρι (κρατήρας) το κρασί και χύνει στα ποτήρια. Στον κόσμο λογιάζω πως αυτό είναι το ομορφότερο».
Στην Ιλιάδα (Ψ, 740κ.έξης), όταν ο Αχιλλέας έμαθε ότι σκοτώθηκε ο Πάτροκλος δεν αρκέστηκε στο να κλάψει και να σκεπαστεί με στάχτη (όπως ήταν έθιμο), αλλά τον τίμησε οργανώνοντας αγώνες. Ένας εξαίρετος κρατήρας από ατόφιο ασήμι που όμοιός του δεν υπήρχε στον κόσμο, ήταν το έπαθλο για τον αγώνα δρόμου. Τον είχαν φτιάξει επιδέξιοι τεχνίτες της Σιδώνας και Φοίνικες έμποροι τον πήγαν και τον εξέθεσαν σε διάφορα λιμάνια, μέχρις ότου, αλλάζοντας χέρια πολλά προσφέρθηκε δώρο στον φίλο του Αχιλλέα Πάτροκλο (τον κέρδισε ο Οδυσσέας που βγήκε πρώτος).
Αλλά και στην Οδύσσεια ο Όμηρος παρουσιάζει τον πολυμήχανο Οδυσσέα που εγκλωβίστηκε στη σπηλιά του Πολύφημου να μεθάει τον μονόφθαλμο Κύκλωπα με καλόγευστο και κατάγλυκο κρασί:
Τότες εγώ τον Κύκλωπα σιμώνω και του κρένω
με ένα καρδάρι ολόγεμο μαύρο κρασί στα χέρια
«Να πάρε πιές ω Κύκλωπα που τρως ανθρώπου κρέας
να ιδείς ποτό που φύλαγα κρυμμένο στο καράβι
σου τόφερα για τάξιμο ίσως και δείξεις σπλάχνα
και πίσω στείλεις με, μα συ λυσάς και δε χορταίνεις».
Είπα κι εκείνος με όρεξη το παίρνει και το πίνει
και τόσο το γλυκάθηκε και δεύτερο γυρεύει.
«Φέρε μου κι άλλο πρόθυμα, πες μου και το όνομά σου
Να σε φιλέψω δώρο εγώ που να το καμαρώνεις.
Δίνει και εδώ στους Κύκλωπες η πλούσια γη σταφύλια
ζουμί γεμάτα, που η βροχή του Δία τα ωριμάζει». Οδύσσεια Ι, 347-370)

Στην αρχαία Ελλάδα το κρασί το θεωρούσαν και σαν θεραπευτικό μέσο για ορισμένες παθήσεις του πεπτικού συστήματος. Ο Ιπποκράτης (πατέρας της Ιατρικής) στο «Βιβλίο της Υγείας» αναφέρει με λεπτομέρειες τη σημασία που έχει η χρήση του. Το ανέρωτο κρασί κρύο, ζεστό ή σε κανονική θερμοκρασία ανάλογα με το κλίμα και το περιβάλλον το θεωρεί σαν διεγερτικό, όχι μόνον για την πέψη, αλλά και για τα νεύρα, την καρδιά κα τα νεφρά.
Τον 16ο αιώνα, το κρασί το έδιναν στους ασθενείς στα νοσοκομεία της Ρώμης. Στις οδηγίες που κυκλοφόρησαν στις 11 Οκτωβρίου 1696 διαβάζει κανείς: «Το κρασί πρέπει προηγουμένως να το δοκιμάζουν οι γιατροί για να ελέγχουν μήπως το προσωπικό το ενόθευσε με νερό.».
Ο Παστέρ ο μεγάλος αυτός Γάλλος μικροβιολόγος, υπήρξε κατηγορηματικός: «Το κρασί είναι το πιο αγνό και το πιο υγιεινό από όλα τα ποτά». Ο μεγάλος του αυτός ενθουσιασμός ίσως να προερχότανε από το γεγονός ότι την εποχή εκείνη το κρασί ήταν το μοναδικό ποτό που ήταν αγνό από βακτηριολογική άποψη.
Ανάμεσα σε κείνους που το επαινούν και σε κείνους που κατακρίνουν τη χρήση του κρασιού ο «Αφορισμός του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου για το κρασί στέκει ο πιο σωστά τοποθετημένος: «Το κρασί, έργο του Θεού, η μέθη έργο του Διαβόλου».
Ο γνήσιος και ανόθευτος οίνος ευλογήθηκε από τον ίδιο τον Ιησού Χριστό την ώρα του Μυστικό Δείπνου, λέγοντας: «πίετε εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το αίμα μου». ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ
 proinoslogos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ