Δεκτή έκανε το ΣτΕ την αίτηση εμπόρων και υπαλλήλων, που ζητούσαν να ανασταλεί η από 7/7/2014 απόφαση του υφυπουργού Ανάπτυξης για λειτουργία των καταστημάτων όλες τις Κυριακές του χρόνου, κρίνοντας ότι έμποροι, καταστηματάρχες και υπάλληλοι «θα υποστούν ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη» και «αυτονοήτως δυσεπανόρθωτη ηθική βλάβη».
Κατά συνέπεια τα καταστήματα δεν θα ανοίγουν τις Κυριακές, μέχρι να... εκδοθεί από την Ολομέλεια του ΣτΕ οριστική απόφαση, η οποία αναμένεται να δημοσιευθεί στο τέλος του έτους ή στις αρχές του 2015.
Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο έχουν προσφύγει επαγγελματικές Ομοσπονδίες εμπόρων, ιδιωτικών υπαλλήλων, καταστηματάρχες και έμποροι και ζητούν να ανασταλεί και να ακυρωθεί ως αντισυνταγματική, παράνομη, αντίθετη στην Διεθνή Σύμβαση της Γενεύης και στην Ευρωπαϊκή νομοθεσία η απόφαση του υφυπουργού Ανάπτυξης (7.7.2014) που επιτρέπει πιλοτικά για ένα έτος την λειτουργία των καταστημάτων όλες τις Κυριακές του χρόνου.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ' αριθμ. 307/2014 απόφαση της Επιτροπής Αναστολών έκανε δεκτή την αίτηση των καταστηματαρχών, εμπόρων και ιδιωτικών υπαλλήλων, που ζητούσαν να ανασταλεί η από 7/7/2014 απόφαση του υφυπουργού Ανάπτυξης με την οποία επιτρέπεται πιλοτικά για ένα έτος η λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές.
Κατά συνέπεια, προσωρινά, τα καταστήματα δεν θα ανοίγουν τις Κυριακές, μέχρι να εκδοθεί από την Ολομέλεια του ΣτΕ οριστική απόφαση επί της κύριας προσφυγής που έχουν καταθέσει οι έμποροι, κλπ, η οποία θα συζητηθεί το πρώτο δεκαήμερο του ερχόμενου Νοεμβρίου, με εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Δημήτρη Μακρή. Η οριστική απόφαση αναμένεται να δημοσιευθεί στο τέλος του έτους ή στις αρχές του 2015.
Η Ολομέλεια έκρινε ότι από τη λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές οι έμποροι, καταστηματάρχες, κλπ θα υποστούν ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη και «αυτονοήτως δυσεπανόρθωτη» ηθική βλάβη.
Πιο αναλυτικά, η Ολομέλεια του ΣτΕ, με πρόεδρο τον Σωτήρη Ρίζο και εισηγήτρια την Μαρία Καρακανώφ, έκρινε ότι η ηθική βλάβη των εμπόρων, υπαλλήλων, κλπ που αναφέρεται «στο δικαίωμα του ελευθέρου χρόνου και της απολαύσεώς του από κοινού με την οικογένειά τους κατά την κοινή αργία της Κυριακής καθώς και στο δικαίωμα στην άσκηση της θρησκευτικής λατρείας, παρίσταται αυτονοήτως δυσεπανόρθωτη».
Ακόμη, αναφέρεται ότι η οικονομική βλάβη όσων έχουν προσφύγει στο ΣτΕ «πιθανολογείται επίσης ως ανεπανόρθωτη, ή πάντως δυσχερώς επανορθώσιμη, από τα προσκομισθέντα από αυτούς στοιχεία και μελέτες αρμοδίων ερευνητικών φορέων της Ελλάδας και του εξωτερικού, εκτιμώμενα υπό το φως της κοινώς γνωστής οικονομικής κρίσεως, τα στοιχεία δε αυτά δεν αμφισβητούνται ούτε αποκρούονται από τη διοίκηση».
Παράλληλα, οι δικαστές σημειώνουν ότι «η επίκληση εκ μέρους της διοικήσεως της εξαγωγής συμπερασμάτων από την πιλοτική εφαρμογή του μέτρου ως λόγου δημοσίου συμφέροντος κωλύοντος τη χορήγηση της αιτούμενης αναστολής, δεν δύναται να αντισταθμίσει την πιθανολογούμενη βλάβη των αιτούντων (εμπόρων, κλπ), πολλώ μάλλον καθ' όσον η διοίκηση δεν επικαλείται ούτε προσκομίζει στοιχεία ή μελέτες επί των οποίων δύναται να θεμελιωθεί προσδοκία θετικών αποτελεσμάτων από το επίμαχο μέτρο».
Επίσης οι δικαστές επικαλούνται στην απόφασή τους στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την απασχόληση κατά τις Κυριακές, αλλά και στατιστικά στοιχεία από τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες για την απασχόληση εργαζομένων, την πορεία της κερδοφορίας κατά την λειτουργία των καταστημάτων την εβδόμη ημέρα, από έρευνα του Ινστιτούτου Μελετών της ΓΣΕΒΕΕ (τα στοιχεία προσκομίσθηκαν από τους προσφεύγοντες στο ΣτΕ).
Αντίθετα, στην απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ τονίζεται ότι οι υπόλοιποι ισχυρισμοί των εμπόρων, κλπ, δεν κρίνονται «προδήλως βάσιμοι».
Μεταξύ αυτών των ισχυρισμών είναι ότι παραβιάζεται η υπερνομοθετικής ισχύος διεθνής σύμβασης της Γενεύης που καθιερώνει την Κυριακή ως ημέρα αργίας και η ευρωπαϊκή νομοθεσία (οδηγία 94/104/1993) και ότι εκδόθηκε η υπουργική απόφαση εκτός της προβλεπόμενης προθεσμίας.
Τέλος, οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν ως προς την ανάγκη εξυπηρέτησης του αυξημένου αριθμού τουριστών και τις Κυριακές, ότι μπορεί με απόφαση του αντιπεριφερειάρχη να οριστούν οι περιοχές που επιτρέπεται η λειτουργία των καταστημάτων έως 250 τμ και υπό τον όρο να μην ανήκουν σε αλυσίδα καταστημάτων, να μη λειτουργούν ως «κατάστημα εντός καταστήματος» και να μην βρίσκονται σε εκπτωτικά καταστήματα, εκπτωτικά κέντρα ή εκπτωτικά χωριά.
Στο ΣτΕ έχουν προσφύγει η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών- Βιοτεχνών- Εμπόρων Ελλάδος, η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδος, ο Εμπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης, δύο εμπορικές εταιρείες που έχουν καταστήματα στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη και δέκα έμποροι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου