Οι Θεσπιές ήταν μια από τις σημαντικότερες αρχαίες Βοιωτικές πόλεις στη κοιλάδα του ποταμού Θέσπιου στις ανατολικές υπώρειες του Ελικώνα. Σύμφωνα με τη μυθική παράδοση πήραν το όνομα τους από τον Θέσπιο, γιο του βασιλιά της Αθήνας, Ερεχθέα, ο οποίος ίδρυσε βασίλειο στη Βοιωτία και έγινε ο επώνυμος ήρωας της πόλης, αν και σύμφωνα με άλλη εκδοχή η ονομασία προέρχεται από τη νύμφη Θέσπια, κόρη του ποταμού Ασωπού.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν τη συνεχή κατοίκηση της θέσης από τη Νεολιθική ως τη Βυζαντινή εποχή. Οι οικισμοί της εποχής του Χαλκού, που έχουν βρεθεί στην περιοχή δεν έχουν ερευνηθεί συστηματικά. Στα ιστορικά χρόνια οι αντίπαλες σχέσεις και οι συγκρούσεις με τη Θήβα διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της πόλης. Οι Θεσπιείς ήταν σύμμαχοι των Θηβαίων κατά τον 6ο π.Χ. και απέκρουσαν επίθεση των Θεσσαλών στη Βοιωτία. Στους Περσικούς πολέμους, σε αντίθεση με τη Θήβα, τάχθηκαν με το μέρος των Ελλήνων κατά των Περσών. Εύλογα διεκδικούν μερίδιο δόξας στη μάχη των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. αφού 700 Θεσπιείς πολέμησαν στο πλευρό των Σπαρτιατών και του Λεωνίδα. Ως εκδίκηση ο Ξέρξης κατέστρεψε την πόλη, ενώ οι κάτοικοι της κατέφυγαν στη Πελοπόννησο. Το 479 π.Χ στη μάχη των Πλαταιών 1800 Θεσπιείς οπλίτες πολέμησαν και πάλι εναντίον των Περσών.
Η Κλασική εποχή αποτελεί περίοδο ακμής για τις Θεσπιές, που γίνεται η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Βοιωτίας μετά τη Θήβα, με πληθυσμό 13.000 κατοίκους και παρουσιάζει σημαντική πολιτική, θρησκευτική και καλλιτεχνική δραστηριότητα. Τον 5ο π.Χ. η πόλη ανοικοδομήθηκε και εξωραίστηκε με δημόσια κτήρια. Ταυτόχρονα εξελίχθηκε σε ισχυρό μέλος του Βοιωτικού κοινού έχοντας υπό τον έλεγχο της το γειτονικό ιερό των Μουσών, τις βοιωτικές πόλεις Άσκρα, Θίσβη, Λεύκτρα καθώς και τις πολίχνες Δονακών, Κερησσός και Εύτρησης, όπως και τα λιμάνια των Σιφών, της Κρεύσιος και των Κορσιών στον Κορινθιακό κόλπο, ενώ ανέπτυξε και στενές σχέσεις με την Αθήνα.
Στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, το 424 π.Χ.οι βοιωτικές πόλεις αντιστάθηκαν στην επίθεση της Αθήνας κατά της Βοιωτίας και στη καθοριστική μάχη του Δηλίου οι Θεσπιείς πολέμησαν μαζί με τους υπόλοιπους Βοιωτούς εναντίον των Αθηναίων. Παρά τη νίκη των Βοιωτικών πόλεων οι Θεσπιείς είχαν τις περισσότερες απώλειες. Οι νεκροί της μάχης τάφηκαν σε δημόσιο ταφικό σήμα, το Πολυάνδριο. Το 423 π.Χ. οι Θηβαίοι επωφελούμενοι από την αποδυνάμωση των Θεσπιών μετά τη μάχη του Δηλίου, κατέλαβαν τις Θεσπιές και κατέστρεψαν τα τείχη τους. Η πόλη περνά στον έλεγχο της Θήβας, διοικήθηκε από ολιγαρχικούς, ενώ η προσπάθεια των δημοκρατικών το 414 π.Χ.να ανέλθουν στην εξουσία απέτυχε με παρέμβαση των Θηβαίων. Οι συγκρούσεις μεταξύ Θεσπιών και Θήβας συνεχίστηκαν και μετά το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου. Η σπαρτιατική φρουρά, που εγκαθίστανται το 379-378 π.Χ στις Θεσπιές εκδιώχθηκε από τους Θηβαίους γύρω στο 373 π.Χ. Το 372 π.Χ. οι Θεσπιές αναγκάζονται να συμμετάσχουν στη δεύτερη Βοιωτική Ομοσπονδία, ενώ τον επόμενο χρόνο η πόλη κυριεύτηκε και πάλι από τη Θήβα. Σημαντική είναι η πληροφορία που παραδίδει ο Παυσανίας ότι ο Επαμεινώνδας πριν τη μάχη των Λεύκτρων το 371 π.Χ, επέτρεψε στους Θεσπιείς να αποχωρήσουν από τις στρατιωτικές δυνάμεις του φοβούμενος τυχόν προδοσία. Γύρω στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. οι Θεσπιές ανοικοδομήθηκαν και το 335 π.Χ. συμμετείχαν στην καταστροφή των Θηβών από τον Μέγα Αλέξανδρο.
Στους ελληνιστικούς χρόνους η πόλη διατήρησε την σημασία της και τα αρχαιολογικά ευρήματα προδίδουν την καλλιτεχνική ακτινοβολία της. Το 47 π.Χ. τιμήθηκε ως ελεύθερη πόλη (civitas libera) λόγω της υποστήριξης της Ρώμης εναντίον του Μιθριδάτη ΣΤ΄, ενώ τον 2ο αι. μ.Χ. υποστήριξε τον αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο στην εκστρατεία του εναντίον των Γερμανικών φύλων. Γενικότερα στα χρόνια της ρωμαϊκής κυριαρχίας η φήμη της πόλης συνδέεται στενά με το γειτονικό ιερό άλσος των Μουσών.
Στον Απόλλωνα Αρχηγέτη, προστάτη θεό της πόλης, ήταν αφιερωμένος ένα δωρικός περίπτερος ναός των κλασικών χρόνων, οικοδομικά λείψανα του οποίου βρέθηκαν 2 χλμ. νοτιοδυτικά των Θεσπιών. Φιλολογικές και επιγραφικές πηγές μαρτυρούν ότι στις Θεσπιές λατρεύονταν επίσης ο Διόνυσος, ο Ερμής, η Δήμητρα, ο Δίας και χθόνιες θεότητες (Δαίμονες). Ξεχωριστή όμως θέση είχε στη θρησκευτική ζωή των Θεσπιέων είχε η λατρεία του Έρωτα. Το ιερό του Έρωτα στις Θεσπιές υπήρξε ο αρχαιότερος και σημαντικότερος τόπος λατρείας του θεού στον Ελλαδικό χώρο. Προς τιμή του πραγματοποιούνταν κάθε πέντε χρόνια τα Ερωτίδεια, γιορτές που περιελάμβαναν θυσίες, μουσικούς και αθλητικούς αγώνες. Ο Παυσανίας περιγράφει ότι ο θεός παριστανόταν στο ιερό με τη μορφή ακατέργαστου λίθου, ωστόσο αγάλματα του θεού είχαν φιλοτεχνηθεί από τον Πραξιτέλη και τον Λύσιππο. Ο Παυσανίας αναφέρει επίσης μαρμάρινα αγάλματα της Αφροδίτης και της Φρύνης, έργα του Πραξιτέλη που κοσμούσαν επίσης επί των ημερών του τον ιερό χώρο. Η Φρύνη διάσημη αθηναία Εταίρα και φίλη του Πραξιτέλη καταγόταν άλλωστε από τις Θεσπιές. Ο Παυσανίας περιγράφει και άλλα δημόσια οικοδομήματα της πόλης,όπως το θέατρο και την αγορά, όπου βρισκόταν ο αδριάντας του Ησιόδου καθώς και το ναό των Μουσών και τα ιερά της Αφροδίτης Μελαινίδος και του Ηρακλή, ο οποίος σύμφωνα με τη μυθική παράδοση είχε συνευρεθεί και με τις πενήντα κόρες του βασιλιά Θέσπιου μέσα σε μια νύχτα.
Κατά τον 4ο αι. και 5ο αι. μ.Χ. η κατοίκηση της θέσης συνεχίζεται, τον 6ου αι. μ.Χ. όμως οι Θεσπιές έπεσαν στην αφάνεια εξαιτίας των επιδρομών σλαβικών φύλων. Τον 13ο αι. αποτελούν πλέον ένα μικρό χωριό, με το όνομα Ερημόκαστρο, ονομασία που διατηρήθηκε ως τις μέρες μας. Ο άγγλος περιηγητής Wheler, που επισκέφθηκε το Ερημόκαστρο τον 17ο αι. αναφέρει ότι ο πληθυσμός του αποτελείται από Έλληνες και Αρβανίτες.
Οι πρώτες ανασκαφικές έρευνες, που διεξήχθηκαν στις Θεσπιές στο τέλος του 19ου αι. από τη Γαλλική σχολή, αποκάλυψαν πλήθος επιγραφών και γλυπτών τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή τείχους των πρώιμων βυζαντινών χρόνων. Το 1882 ο αρχαιολόγος Π. Σταματάκης αποκάλυψε τη θέση του Πολυάνδριου, όπου βρέθηκαν ο περίβολος του ταφικού μνημείου, διάφορα κτερίσματα, ο κορμός λιονταριου καθώς και οι λίθινες στήλες με τα ονόματα των πεσόντων στη μάχη του Δηλίου. Οι έρευνες συνεχίστηκαν το 1911 και τα λείψανα της αρχαίας πόλεως εντοπίστηκαν νότια από τα σημερινά χωριά Θεσπιές και Λεοντάρι. Στη δεκαετία του 1980 επιφανειακές έρευνες πραγματοποιήθηκαν στις Θεσπιές και στη γύρω περιοχή στα πλαίσια ερευνητικού προγράμματος του Πανεπιστημίου του Cambridge με σημαντικά αποτελέσματα για την μελέτη της ιστορίας της πόλεως.
Η συλλογή με ευρήματα από το Πολυάνδριο και την ευρύτερη περιοχή στεγάζεται σήμερα στην Αρχαιολογική Συλλογή Θεσπιών, ενώ γλυπτά από τις Θεσπιές εκτίθονται επίσης και στο Μουσείο της Θήβας καθώς και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Στην είσοδο του χωριού μνημείο προς τιμή των 700 Θεσπιέων που έπεσαν στη μάχη των Θερμοπυλών μας καλωσορίζει στις Θεσπιές του σήμερα. Οι σύγχρονες Θεσπιές είναι ένα όμορφο χωριό, που σφύζει από ζωή , με δαιδαλώδεις δρόμους, νεόκτιστα σπίτια, παραδοσιακές ταβέρνες και καφετέρειες.Πληροφορίες απο boeotia.ehw.gr
Δείτε ΕΔΩ τα εγκαίνια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσπιών
Τα αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν τη συνεχή κατοίκηση της θέσης από τη Νεολιθική ως τη Βυζαντινή εποχή. Οι οικισμοί της εποχής του Χαλκού, που έχουν βρεθεί στην περιοχή δεν έχουν ερευνηθεί συστηματικά. Στα ιστορικά χρόνια οι αντίπαλες σχέσεις και οι συγκρούσεις με τη Θήβα διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της πόλης. Οι Θεσπιείς ήταν σύμμαχοι των Θηβαίων κατά τον 6ο π.Χ. και απέκρουσαν επίθεση των Θεσσαλών στη Βοιωτία. Στους Περσικούς πολέμους, σε αντίθεση με τη Θήβα, τάχθηκαν με το μέρος των Ελλήνων κατά των Περσών. Εύλογα διεκδικούν μερίδιο δόξας στη μάχη των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. αφού 700 Θεσπιείς πολέμησαν στο πλευρό των Σπαρτιατών και του Λεωνίδα. Ως εκδίκηση ο Ξέρξης κατέστρεψε την πόλη, ενώ οι κάτοικοι της κατέφυγαν στη Πελοπόννησο. Το 479 π.Χ στη μάχη των Πλαταιών 1800 Θεσπιείς οπλίτες πολέμησαν και πάλι εναντίον των Περσών.
Η Κλασική εποχή αποτελεί περίοδο ακμής για τις Θεσπιές, που γίνεται η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Βοιωτίας μετά τη Θήβα, με πληθυσμό 13.000 κατοίκους και παρουσιάζει σημαντική πολιτική, θρησκευτική και καλλιτεχνική δραστηριότητα. Τον 5ο π.Χ. η πόλη ανοικοδομήθηκε και εξωραίστηκε με δημόσια κτήρια. Ταυτόχρονα εξελίχθηκε σε ισχυρό μέλος του Βοιωτικού κοινού έχοντας υπό τον έλεγχο της το γειτονικό ιερό των Μουσών, τις βοιωτικές πόλεις Άσκρα, Θίσβη, Λεύκτρα καθώς και τις πολίχνες Δονακών, Κερησσός και Εύτρησης, όπως και τα λιμάνια των Σιφών, της Κρεύσιος και των Κορσιών στον Κορινθιακό κόλπο, ενώ ανέπτυξε και στενές σχέσεις με την Αθήνα.
Στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, το 424 π.Χ.οι βοιωτικές πόλεις αντιστάθηκαν στην επίθεση της Αθήνας κατά της Βοιωτίας και στη καθοριστική μάχη του Δηλίου οι Θεσπιείς πολέμησαν μαζί με τους υπόλοιπους Βοιωτούς εναντίον των Αθηναίων. Παρά τη νίκη των Βοιωτικών πόλεων οι Θεσπιείς είχαν τις περισσότερες απώλειες. Οι νεκροί της μάχης τάφηκαν σε δημόσιο ταφικό σήμα, το Πολυάνδριο. Το 423 π.Χ. οι Θηβαίοι επωφελούμενοι από την αποδυνάμωση των Θεσπιών μετά τη μάχη του Δηλίου, κατέλαβαν τις Θεσπιές και κατέστρεψαν τα τείχη τους. Η πόλη περνά στον έλεγχο της Θήβας, διοικήθηκε από ολιγαρχικούς, ενώ η προσπάθεια των δημοκρατικών το 414 π.Χ.να ανέλθουν στην εξουσία απέτυχε με παρέμβαση των Θηβαίων. Οι συγκρούσεις μεταξύ Θεσπιών και Θήβας συνεχίστηκαν και μετά το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου. Η σπαρτιατική φρουρά, που εγκαθίστανται το 379-378 π.Χ στις Θεσπιές εκδιώχθηκε από τους Θηβαίους γύρω στο 373 π.Χ. Το 372 π.Χ. οι Θεσπιές αναγκάζονται να συμμετάσχουν στη δεύτερη Βοιωτική Ομοσπονδία, ενώ τον επόμενο χρόνο η πόλη κυριεύτηκε και πάλι από τη Θήβα. Σημαντική είναι η πληροφορία που παραδίδει ο Παυσανίας ότι ο Επαμεινώνδας πριν τη μάχη των Λεύκτρων το 371 π.Χ, επέτρεψε στους Θεσπιείς να αποχωρήσουν από τις στρατιωτικές δυνάμεις του φοβούμενος τυχόν προδοσία. Γύρω στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. οι Θεσπιές ανοικοδομήθηκαν και το 335 π.Χ. συμμετείχαν στην καταστροφή των Θηβών από τον Μέγα Αλέξανδρο.
Στους ελληνιστικούς χρόνους η πόλη διατήρησε την σημασία της και τα αρχαιολογικά ευρήματα προδίδουν την καλλιτεχνική ακτινοβολία της. Το 47 π.Χ. τιμήθηκε ως ελεύθερη πόλη (civitas libera) λόγω της υποστήριξης της Ρώμης εναντίον του Μιθριδάτη ΣΤ΄, ενώ τον 2ο αι. μ.Χ. υποστήριξε τον αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο στην εκστρατεία του εναντίον των Γερμανικών φύλων. Γενικότερα στα χρόνια της ρωμαϊκής κυριαρχίας η φήμη της πόλης συνδέεται στενά με το γειτονικό ιερό άλσος των Μουσών.
Στον Απόλλωνα Αρχηγέτη, προστάτη θεό της πόλης, ήταν αφιερωμένος ένα δωρικός περίπτερος ναός των κλασικών χρόνων, οικοδομικά λείψανα του οποίου βρέθηκαν 2 χλμ. νοτιοδυτικά των Θεσπιών. Φιλολογικές και επιγραφικές πηγές μαρτυρούν ότι στις Θεσπιές λατρεύονταν επίσης ο Διόνυσος, ο Ερμής, η Δήμητρα, ο Δίας και χθόνιες θεότητες (Δαίμονες). Ξεχωριστή όμως θέση είχε στη θρησκευτική ζωή των Θεσπιέων είχε η λατρεία του Έρωτα. Το ιερό του Έρωτα στις Θεσπιές υπήρξε ο αρχαιότερος και σημαντικότερος τόπος λατρείας του θεού στον Ελλαδικό χώρο. Προς τιμή του πραγματοποιούνταν κάθε πέντε χρόνια τα Ερωτίδεια, γιορτές που περιελάμβαναν θυσίες, μουσικούς και αθλητικούς αγώνες. Ο Παυσανίας περιγράφει ότι ο θεός παριστανόταν στο ιερό με τη μορφή ακατέργαστου λίθου, ωστόσο αγάλματα του θεού είχαν φιλοτεχνηθεί από τον Πραξιτέλη και τον Λύσιππο. Ο Παυσανίας αναφέρει επίσης μαρμάρινα αγάλματα της Αφροδίτης και της Φρύνης, έργα του Πραξιτέλη που κοσμούσαν επίσης επί των ημερών του τον ιερό χώρο. Η Φρύνη διάσημη αθηναία Εταίρα και φίλη του Πραξιτέλη καταγόταν άλλωστε από τις Θεσπιές. Ο Παυσανίας περιγράφει και άλλα δημόσια οικοδομήματα της πόλης,όπως το θέατρο και την αγορά, όπου βρισκόταν ο αδριάντας του Ησιόδου καθώς και το ναό των Μουσών και τα ιερά της Αφροδίτης Μελαινίδος και του Ηρακλή, ο οποίος σύμφωνα με τη μυθική παράδοση είχε συνευρεθεί και με τις πενήντα κόρες του βασιλιά Θέσπιου μέσα σε μια νύχτα.
Κατά τον 4ο αι. και 5ο αι. μ.Χ. η κατοίκηση της θέσης συνεχίζεται, τον 6ου αι. μ.Χ. όμως οι Θεσπιές έπεσαν στην αφάνεια εξαιτίας των επιδρομών σλαβικών φύλων. Τον 13ο αι. αποτελούν πλέον ένα μικρό χωριό, με το όνομα Ερημόκαστρο, ονομασία που διατηρήθηκε ως τις μέρες μας. Ο άγγλος περιηγητής Wheler, που επισκέφθηκε το Ερημόκαστρο τον 17ο αι. αναφέρει ότι ο πληθυσμός του αποτελείται από Έλληνες και Αρβανίτες.
Οι πρώτες ανασκαφικές έρευνες, που διεξήχθηκαν στις Θεσπιές στο τέλος του 19ου αι. από τη Γαλλική σχολή, αποκάλυψαν πλήθος επιγραφών και γλυπτών τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή τείχους των πρώιμων βυζαντινών χρόνων. Το 1882 ο αρχαιολόγος Π. Σταματάκης αποκάλυψε τη θέση του Πολυάνδριου, όπου βρέθηκαν ο περίβολος του ταφικού μνημείου, διάφορα κτερίσματα, ο κορμός λιονταριου καθώς και οι λίθινες στήλες με τα ονόματα των πεσόντων στη μάχη του Δηλίου. Οι έρευνες συνεχίστηκαν το 1911 και τα λείψανα της αρχαίας πόλεως εντοπίστηκαν νότια από τα σημερινά χωριά Θεσπιές και Λεοντάρι. Στη δεκαετία του 1980 επιφανειακές έρευνες πραγματοποιήθηκαν στις Θεσπιές και στη γύρω περιοχή στα πλαίσια ερευνητικού προγράμματος του Πανεπιστημίου του Cambridge με σημαντικά αποτελέσματα για την μελέτη της ιστορίας της πόλεως.
Η συλλογή με ευρήματα από το Πολυάνδριο και την ευρύτερη περιοχή στεγάζεται σήμερα στην Αρχαιολογική Συλλογή Θεσπιών, ενώ γλυπτά από τις Θεσπιές εκτίθονται επίσης και στο Μουσείο της Θήβας καθώς και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Στην είσοδο του χωριού μνημείο προς τιμή των 700 Θεσπιέων που έπεσαν στη μάχη των Θερμοπυλών μας καλωσορίζει στις Θεσπιές του σήμερα. Οι σύγχρονες Θεσπιές είναι ένα όμορφο χωριό, που σφύζει από ζωή , με δαιδαλώδεις δρόμους, νεόκτιστα σπίτια, παραδοσιακές ταβέρνες και καφετέρειες.Πληροφορίες απο boeotia.ehw.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου