Γράφει ο Βοιωτός
Ζεστή μέρα η Τρίτη 24 Αυγούστου του 1943 όμως η συνήθης δραστηριότητα των γερμανικών κατοχικών στρατευμάτων δεν έχει στο παραμικρό ατονήσει. Αλλωστε από τα μέσα του μηνός οι ισχυρές γερμανικές δυνάμεις που έχουν στρατοπεδεύσει στην Ξηρονομή χτενίζουν την περιοχή Δομβραίνας προσπαθώντας να εξουδετερώσουν τις δυνάμεις των ανταρτών του Ελικώνα. Δεν είναι πια και τόσο μυστικό ότι στον Σταυρό του Ελικώνα υπάρχει αγγλικός ασύρματος στο Συμμαχικό Αρχηγείο και ότι σημαντικές δυνάμεις της αντίστασης ουσιαστικά ελέγχουν το βουνό των Μουσών.
Εκείνη την Τρίτη μια μηχανοκίνητη περίπολος , μια μοτοσικλέτα με έναν αξιωματικό και τον οδηγό του, έχει αφήσει πίσω της την Ξηρονομή και κατευθύνεται προς τη Δομβραίνα. Η ενέδρα των ανταρτών είναι καλά στημένη στη θέση Καλιγώμα, στον Αγιο Μερκούριο. Τα πυρά είναι πυκνά και έρχονται από την πλαγιά, η αναστάτωση που προκαλούν μεγάλη. Ο Γερμανός αξιωματικός χτυπιέται βαριά όμως ο οδηγός δεν χάνει την ψυχραιμία του και έτσι δεν χάνει ούτε τη ζωή του.
Η μοτοσικλέτα επιστρέφει στην Ξηρονομή με τον τραυματία -που θετικά κανείς δεν γνωρίζει τι απέγινε -αν έζησε ή αν υπέκυψε στα τραύματά του. Και σε λίγο πάλι ησυχία, βαθιά απόλυτη ησυχία -μόνο τα τζιτζίκια που σ' εκείνα τα μέρη πρέπει να έχουν μεγάλη χαρά γιατί τραγουδούν ασταμάτητα χωρίς να νοιάζονται για τα ανθρώπινα πάθη.
Αμέσως ειδοποιείται ο Orts Mayer, ο σκληρός ταγματάρχης που είναι επικεφαλής στη Διοίκηση Αλιάρτου, και ο οποίος γίνεται έξαλλος. Οι διαταγές προς τον διοικητή της περιοχής Holman κοφτές, τρομερές, αλλά αναμενόμενες. Η περιοχή Δομβραίνας να ενταχθεί στον κανόνα αντιποίνων.
Την Πέμπτη 26 Αυγούστου από τα ξημερώματα γερμανικές μονάδες με φορτηγά φτάνουν στην κεντρική πλατεία της Δομβραίνας όπου και συγκεντρώνουν όλους τους άνδρες 15 ετών και άνω. Οι ανακρίσεις για τους αντάρτες θα απασχολήσουν τους Γερμανούς αξιωματικούς όλη την ημέρα. Η γνώμη τους είναι ότι οι αντάρτες έχουν πολύ καλές πληροφορίες, πράγμα που για αυτούς τους πολύπειρους αξιωματικούς σημαίνει ότι οι χωρικοί συνεργάζονται μαζί τους.
Καθώς πέφτει ζεστή η νύχτα οι ανακρίσεις τελειώνουν. Οι Γερμανοί έχουν ή νομίζουν ότι έχουν επιβεβαιώσει τις αρχικές τους εκτιμήσεις: οι αντάρτες έχουν βοήθεια μέσα από το χωριό. Ωστόσο σε μια καθησυχαστική κίνηση αφήνουν ελεύθερους τους άντρες -εκτός φυσικά από τους 30 πιο επίφοβους.
Το πρωί της Παρασκευής μένει χαραγμένο στη μνήμη όσων το έζησαν: ο τηλεβόας καλεί και πάλι τους Δομβραιναίους στην πλατεία. Τους ανακοινώνεται ότι λόγω συνεργασίας ορισμένων από αυτούς με τους αντάρτες το χωριό θα πυρποληθεί. Μέχρι τις 2 το μεσημέρι πρέπει να έχουν αποχωρήσει παίρνοντας μαζί τους τα κινητά τους υπάρχοντα και τα ζώα τους. Οι κάτοικοι συμμορφώνονται και αποχαιρετούν τις εστίες τους τραβώντας για τις σπηλιές του Ελικώνα.
Μερικά χιλιόμετρα βορειότερα όμως εξελίσσεται ένα ακόμη δράμα που όσο κι αν φαίνεται απίστευτο περιπλέκει περισσότερο την κατάσταση. Για την ακρίβεια αποθηριώνει τους Γερμανούς: το τμήμα που ερευνά το μοναστήρι της Μονής της Μακαριώτισσας έχει σταθεί στη βρύση και οι Γερμανοί στρατιώτες πλένονται με το κρύο νερό -πάντα με τάξη αλλά χωρίς τα όπλα τους.
Οι αντάρτες τους χτυπούν και πάλι. Ενας Γερμανός στρατιώτης πέφτει νεκρός. Τα γεγονότα παίρνουν κινηματογραφική ταχύτητα και δραματική τροπή. Οι Γερμανοί συγκεντρώνουν όλο τον πληθυσμό που υπήρχε στο Μοναστήρι και τις γύρω περιοχές -300 άτομα- και κατόπιν βάζουν φωτιά στα κελιά και τις παράγκες. Τότε είναι που σκοτώνεται και ο Επαμεινώνδας Ι. Κορογιάννος.
Οι αιχμάλωτοι διατάσσονται με τα χέρια ψηλά να πορευτούν προς τη Δομβραίνα. Οι Γερμανοί είναι τώρα έξαλλοι, εκτός από άγριοι και αδίστακτοι. Ο Γάτσης Κατσιμπάρδης πυροβολείται, ενώ ο 70χρονος μοναχός Αγαθάγγελος που τολμά να κατεβάσει τα χέρια σκοτώνεται εν ψυχρώ και το πτώμα του σπρώχνεται στη χαράδρα. Οι κατακτητές δεν έχουν όμως χορτάσει αίμα. Αργότερα ο Ευάγγελος Βασ. Κόντης, 47, και ο Πέτρος Λουκά Κόντης 83 θα δολοφονηθούν χωρίς αιτία και χωρίς λόγο ή όπως θα έλεγαν κάποιοι κυνικοί επειδή βρέθηκαν τη λάθος στιγμή στο λάθος σημείο.
Και μπορεί οι δολοφονίες των χωρικών να χόρτασαν κάπως την εκδικητική μανία των Ούνων, όμως επιχειρησιακά η μικρή εκστρατεία είναι μια αποτυχία. Γιατί πώς μπορεί να χαρακτηριστεί αλλιώς αφού ούτε ένας αντάρτης δεν συνελήφθη ούτε μια αξιοποιήσιμη πληροφορία δεν αποσπάστηκε από τους ηρωικούς χωρικούς.
Η περιοχή δεν έχει άλλο κατοικήσιμο μέρος. Εκτός από το προφανές, πώς δεν το σκέφτηκαν από την αρχή; Το μοναστήρι του Οσίου Σεραφείμ. Προς τα εκεί κατευθύνεται τώρα Σάββατο 28 Αυγούστου 1943 μια μεγάλη γερμανική στρατιωτική μονάδα. Ομως κι εδώ δεν υπάρχει τίποτα. Οι Γερμανοί λυσσούν. Η ιστορική μονή Δομβούς παραδίνεται στις φλόγες. Ο ηγούμενος Κυριάκος Ναούμ και οι καλόγεροι με ηρωικές προσπάθειες σώζουν το καθολικό του μοναστηριού καθώς οι Γερμανοί αναχωρούν την Κυριακή προς τα Χώστια, που είναι η σειρά τους και η μοίρα τους να πληρώσουν το τίμημα της αντίστασης.
Φτάνοντας στα Χώστια οι κατακτητές διαπιστώνουν ότι οι κάτοικοι έχουν εγκαταλείψει το χωριό. Αυτό δεν τους εμποδίζει να εφαρμόσουν τη στρατηγική της καμένης γης. Οι νέες Χορσιές πυρπολούνται και οι άτυχοι κάτοικοι που δεν υπολόγιζαν τη θηριωδία των κατακτητών και βρέθηκαν στο δρόμο τους εξολοθρεύονται. Τρία ακόμη θύματα, τρία ακόμη ονόματα στο πάνθεο των Ελλήνων ηρώων που έπεσαν για την ελευθερία: Ελένη Κοβάνη, Γιώργος Παπαϊωάννου, Ελένη Σωτήρχου.
Ο κύκλος της θυσίας και του αίματος δεν έχει κλείσει ακόμα. Οι Γερμανοί ξημερώνοντας Δευτέρα 30 Αυγούστου ολοκληρώνουν το σχέδιο της καμένης γης, που κατά τη γνώμη τους στερεί από εφεδρείες, πληροφορίες και επισιτισμό τους αντάρτες: Το Κακόσι, η Θίσβη, παραδίνεται στις φλόγες απ' άκρη σ' άκρη. Εδώ οι κατακτητές έξαλλοι από την αποτυχία της εκκαθαριστικής επιχείρησης βάζουν όλη τους την τέχνη. Ο εμπρησμός περιλαμβάνει όλο το χωριό, ελάχιστα σπίτια γλιτώνουν την ολική καταστροφή.
Δυο βήματα από τη Θίσβη η Δομβραίνα σα δίδυμη αδερφή μοιάζει και ίδια τύχη την περιμένει: πυρπόληση, φωτιά, όλεθρος από το απόγευμα της 30ής Αυγούστου μέχρι το άλλο πρωί. Η πλούσια κωμόπολη σβήνεται στη κυριολεξία από το χάρτη καθώς από τα 620 σπίτια της μόνο 20 διασώζονται με σοβαρές ζημιές -τα άλλα ερείπια από φωτιά και δυναμίτη που χρησιμοποιούν οι Γερμανοί για να καταστρέψουν εκ θεμελίων κάποια δίπατα που αντιστέκονται στις φλόγες.
Εξακόσια σπίτια, εξακόσιες ιστορίες, εξακόσιες οικογένειες που τις σκόρπισε η φωτιά του πολέμου. Και που μαζί με τα χίλια που κάηκαν τις προηγούμενες μέρες στα Χώστια και τη Θίσβη θα καπνίζουν για μέρες και θα χάσκουν ερειπωμένα για χρόνια. Κυρίως όμως θα θυμίζουν την καταστροφή που φέρνει πάντα μαζί του ο πόλεμος.
Σημειώσεις
Α.
Το κείμενο είναι βασισμένο σε ένα άρθρο του Θανάση Χρήστου, διδάκτορα της Νεότερης Ιστορίας, που δημοσιεύτηκε στη Θισβιακή Ηχώ -τεύχος 4 Ιούλιος/Αύγουστος/ Σεπτέμβριος 2005. Ο Χρήστου με τη σειρά του παραπέμπει σε Κατσιμπάρδης Γ.Κ. Θυσία στο βωμό της Λευτεριάς. Η πυρπόληση των χωριών Δομβραίνας-Θίσβης-Προδρόμου από τους Γερμανούς κατακτητές τον Αύγουστο του 1943 και Λάππας Τ. Ματοβαμμένες Δάφνες της Ρούμελης. Αγώνες Θυσίες 1941-1944, αφηγήσεις τις οποίες μελέτησα κι εγώ.
Β.
Η φωτογραφία είναι από τη Δομβραίνα αλλά όπως φαίνεται από τα πανωφόρια των χωρικών η εποχή είναι χειμώνας και όχι τέλος Αυγούστου του 1943. Πράγματι, η φωτογραφία έχει ημερομηνία 27 Ιανουαρίου 1944, προέρχεται από το αρχείο του Γερμανού Συνταγματάρχη Χ. Φραντς, που βρισκόταν στην περιοχή με το 18ο Σύνταγμα Πολιτσάι στις αρχές του 1944. Η φωτογραφία υπάρχει στο βιβλίο του Νικηφόρου -Δημήτρη Δημητρίου- "Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης".
viotia.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου