..Κι όμως ακόμα τα ξενυχτάδικα είναι γεμάτα το Σάββατο, ακόμα οι αξιοθρήνητοι βουλευτές κάνουν ρουσφέτια στις μετατάξεις,
ακόμα τα ξενοδοχεία δε ρίχνουν αισθητά τις τιμές, ακόμα οι κατασκευαστές κρατούν απούλητα τα κακόγουστα σπίτια τους,ακόμα άνεργοι νέοι πίνουν αμέριμνοι το καφεδάκι τους με τεσσεράμισι ευρώ...
Ακόμα κάποια κανάλια πλασάρουν το απόλυτο τίποτα ως επιλογή και τρόπο ζωής.
Θα πεθάνουν μαζί με τη φούσκα τους..Θα πέσουν ηρωικά στο κενό μαζί με τα κουρέλια του μπαλονιού, θα το τραβήξουν μέχρι τέλους..
Η «φούσκα» μπήκε στη ζωή μας, έντονα και με δέος, από τα τέλη της δεκαετίας του ΄90. Ήταν ο πρώτος προσδιορισμός μιας υποψίας που γρήγορα έγινε δραματική βεβαιότητα για το... χρηματιστήριο. Λέξη με έντονο επικοινωνιακό γόητρο, τη συναντούσες πολύ συχνά στο λεξιλόγιο των δημοσιογράφων, αλλά ιδιαίτερα των οικονομικών αναλυτών.
Η φούσκα έσκασε, κόσμος πολύς καταστράφηκε, αλλά οι επιπτώσεις του μπαμ δεν ήταν τόσο συγκλονιστικές για να ξυπνήσουν την ελληνική κοινωνία. Θεωρήθηκε μια «φυσιολογική» κακή εξέλιξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος χωρίς να είναι η πρώτη φορά που πρόδιδε τους επίδοξους «γρήγορους» εκατομμυριούχους. Γιατί, εδώ που τα λέμε, αν δεν γίνεις γρήγορα και χωρίς κόπο πλούσιος, τι αξία έχει ο πλούτος;
Αν δεν ζήσεις τις μεγάλες στιγμές της απόλυτης ηδονής, όταν στο ταμπλό η μετοχή σου «τα σπάει», τι σημασία έχει το χρήμα;
Αν είναι να περάσεις μια ζωή ολόκληρη, με κόπους, με δουλειά, με παραγωγικότητα, με υπομονή και νεύρο, η γοητεία του πλούτου θα χαθεί στο ξενέρωμα ή στη γκρίνια.
Άσε που κινδυνεύεις να σε κοροϊδεύουν οι άλλοι ή το χειρότερο, να στα φάει κάποιος ξύπνιος γαμπρός!
Πάνω από δέκα χρόνια πέρασαν από τότε κι οι φούσκες, αντί να γίνουν φόβητρο για τους Έλληνες πολλαπλασιάστηκαν.
Το ευρώ σίγουρα βοήθησε σ΄ αυτό, αφού και το ίδιο, μπορεί να αποδειχθεί φούσκα.
Το real estate, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι άδειες των ταξί, τα δημόσια κτίρια, οι Ολυμπιακοί αγώνες, τα κανάλια, τα ραδιόφωνα, οι ποδοσφαιρικές ομάδες, τα τραγούδια, τα Πανεπιστήμια, οι διορισμοί στο δημόσιο, τα αυτοκίνητα, το life style, οι ερωτικές σχέσεις, οι φιλίες, οι αξίες , τα συναισθήματα, όλα τελικά, μέσα σε τόσο λίγα χρόνια ήταν μια φούσκα!
Πώς δεν το καταλάβαμε όμως, πως μας ξεγέλασε η ταχύτητα κι ο ίλιγγος των εντυπώσεων;
Στο παρελθόν, ίσως, οι μηχανισμοί διάσωσης θα μπορούσαν να λειτουργήσουν. Τώρα όμως, φαίνεται ότι η κατάσταση δεν έχει εύκολη λύση. Όσο περνάει ο καιρός το δανεικό χρήμα δεν δείχνει να σώζει τα πράγματα.
Οι Γερμανοί, για τους δικούς τους λόγους, σκέφτηκαν να βάλουν τάξη στον άρρωστο καπιταλισμό χωρίς να υπολογίσουν πολύ την τραγικότητα του κακομοίρη που έμαθε να ζει με φούσκες και πλασματικές υπεραξίες.
Δεν είναι άλλωστε θέμα χρημάτων πια. Γύρω μας υπάρχουν άπειροι προδομένοι που γυρνούν την πλάτη στην πικρή αλήθεια γιατί δεν μπορούν να συναισθανθούν το σενάριο του μέλλοντος.
Γύρω μας ανακαλύπτουμε, καθημερινά, ανθρώπους που ακόμα δεν κατάλαβαν ότι η ίδια τους η ζωή είναι μια φούσκα από τον αέρα που έριξαν μέσα τα ψέματα των ερωτικών συντρόφων, τα προσποιητά λόγια των φίλων, η πρόσκαιρη ασφάλεια της χρεωμένης οικογένειας, το άχρηστο πτυχίο τους και η επίπλαστη αίσθηση του σεβασμού της κοινωνίας.
Πόσοι ακόμα δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι αυτή τη φορά δεν πρόκειται απλά για ένα χρηματιστηριακό κραχ αλλά για κάλπικες υπεραξίες ηθών, ενστίκτων, αρχών και συναισθημάτων που χρεοκόπησαν τον επαίτη ανθρωπάκο της δίψας και του ξιπασμού.
Κοίτα να δεις όμως, που κάποιοι επιμένουν.
Ακόμα τα ξενυχτάδικα είναι γεμάτα το Σάββατο, ακόμα οι αξιοθρήνητοι βουλευτές κάνουν ρουσφέτια στις μετατάξεις, ακόμα τα ξενοδοχεία δε ρίχνουν αισθητά τις τιμές, ακόμα οι κατασκευαστές κρατούν απούλητα τα κακόγουστα σπίτια τους. Ακόμα οι άνεργοι νέοι πίνουν αμέριμνοι το καφεδάκι τους με τεσσεράμισι ευρώ. Ακόμα κάποια κανάλια πλασάρουν το απόλυτο τίποτα ως επιλογή και τρόπο ζωής. Θα πεθάνουν μαζί με τη φούσκα τους! Θα πέσουν ηρωικά στο κενό μαζί με τα κουρέλια του μπαλονιού, θα το τραβήξουν μέχρι τέλους!
Φούσκα κι η παραπλανητική λειτουργία της Δημοκρατίας.
Ποιος σοβαρός άνθρωπος πίστεψε πως αυτό το κακέκτυπο του αγγλοσαξωνικού κοινοβουλευτικού συγκεντρωτισμού είναι γνήσια Δημοκρατία; Το πολιτικό σύστημα διαλύθηκε στις συνειδήσεις μας αλλά δεν καταρρέει επειδή η άλλη φούσκα των τηλεοράσεων το κρατάει ζωντανό, προσπαθώντας, αγωνιωδώς, να βρει τη δέουσα λύση στη μετάλλαξή του.
Στις «Μπανανίες» η μία φούσκα στηρίζει την άλλη κι όλες μαζί τα φουσκωμένα μυαλά του εξαθλιωμένου συνειδησιακά υπηκόου.
Τη δικιά μας «Δημοκρατία» τη φούσκωσαν, μεταπολεμικά, με ένα σωρό ανοησίες. Άλλοτε εθνικιστικές φανφάρες κι άλλοτε αριστερές ιδεοληψίες και λαϊκίστικες επικλήσεις ψευδοεπαναστατών.
Η χειρότερή μας, ίσως φούσκα είναι η υπερπαραγωγή πτυχιούχων.
Δεν υπήρξε ποτέ χειρότερος εμπαιγμός των νέων στην ιστορία της Ελλάδας. Από που κι ως που αυτή η αναιμική αγορά εργασίας, θα μπορούσε να απορροφήσει τόσους «ακαλλιέργητους» εξειδικευμένους νέους; Πώς ήταν δυνατόν η μεταπραττική μικροκαπιταλιστική μας οικονομία να καλύψει τόσο δυναμικό που αποφοιτά από τα Ελληνικά Πανεπιστήμια;
To αποτέλεσμα είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι κι ακόμα περισσότεροι εν δυνάμει «επιστήμονες» στα σχολεία, να μη θέλουν να ασχοληθούν με τίποτε άλλο εκτός από αυτό που σπούδασαν.
Η απαξίωση της χειρωνακτικής εργασίας, είναι πιθανό ότι θα οδηγήσει και στη χαριστική βολή της ελληνικής οικονομίας.
Πέρα από την ανεύθυνη ρητορική της καταστροφολογίας η κατάσταση είναι, πλέον, σοβαρή, σχεδόν απελπιστική.
Μόνο ένα πολύ δυνατό σοκ θα ξυπνήσει την «ωραία κοιμωμένη» που αιωρείται στο εσωτερικό του μπαλονιού. Τα μνημόνια και οι αποφάσεις των ξένων δε βλέπω να συγκινούν τους περισσότερους.
Αυτοί περιμένουν τη μαγική τρόμπα να συνεχίσουν την «πτήση».
Ίσως η άρση της μονιμότητας, ίσως η στάση πληρωμών, ίσως μια κυβέρνηση τεχνοκρατών θα μπορούσε να σοκάρει με την απότομη κάθοδο ή τις δρακόντειες αποφάσεις.
Εκείνο που με θλίβει περισσότερο απ΄ όλα είναι πως ήρθε αυτή η βελούδινη απώλεια της συνείδησης, πως διογκώθηκε έτσι άχαρα και μοιραία η ζωή μας, πως δεν πήραμε χαμπάρι τόσα ψέματα.
Πώς φούσκωσαν έτσι τα μυαλά μας, πως δεν το καταλάβαμε, «πως όταν έκτιζαν τα τείχη γύρω μας τίποτα δεν προσέξαμε... πως δεν ακούσαμε κρότον κτιστών ή ήχον... πως ανεπαισθήτως μας έκλεισαν από τον κόσμον έξω!»
Ανδρέας Ζαμπούκας,
καθηγητής Φιλόλογος.
ακόμα τα ξενοδοχεία δε ρίχνουν αισθητά τις τιμές, ακόμα οι κατασκευαστές κρατούν απούλητα τα κακόγουστα σπίτια τους,ακόμα άνεργοι νέοι πίνουν αμέριμνοι το καφεδάκι τους με τεσσεράμισι ευρώ...
Ακόμα κάποια κανάλια πλασάρουν το απόλυτο τίποτα ως επιλογή και τρόπο ζωής.
Θα πεθάνουν μαζί με τη φούσκα τους..Θα πέσουν ηρωικά στο κενό μαζί με τα κουρέλια του μπαλονιού, θα το τραβήξουν μέχρι τέλους..
Η «φούσκα» μπήκε στη ζωή μας, έντονα και με δέος, από τα τέλη της δεκαετίας του ΄90. Ήταν ο πρώτος προσδιορισμός μιας υποψίας που γρήγορα έγινε δραματική βεβαιότητα για το... χρηματιστήριο. Λέξη με έντονο επικοινωνιακό γόητρο, τη συναντούσες πολύ συχνά στο λεξιλόγιο των δημοσιογράφων, αλλά ιδιαίτερα των οικονομικών αναλυτών.
Η φούσκα έσκασε, κόσμος πολύς καταστράφηκε, αλλά οι επιπτώσεις του μπαμ δεν ήταν τόσο συγκλονιστικές για να ξυπνήσουν την ελληνική κοινωνία. Θεωρήθηκε μια «φυσιολογική» κακή εξέλιξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος χωρίς να είναι η πρώτη φορά που πρόδιδε τους επίδοξους «γρήγορους» εκατομμυριούχους. Γιατί, εδώ που τα λέμε, αν δεν γίνεις γρήγορα και χωρίς κόπο πλούσιος, τι αξία έχει ο πλούτος;
Αν δεν ζήσεις τις μεγάλες στιγμές της απόλυτης ηδονής, όταν στο ταμπλό η μετοχή σου «τα σπάει», τι σημασία έχει το χρήμα;
Αν είναι να περάσεις μια ζωή ολόκληρη, με κόπους, με δουλειά, με παραγωγικότητα, με υπομονή και νεύρο, η γοητεία του πλούτου θα χαθεί στο ξενέρωμα ή στη γκρίνια.
Άσε που κινδυνεύεις να σε κοροϊδεύουν οι άλλοι ή το χειρότερο, να στα φάει κάποιος ξύπνιος γαμπρός!
Πάνω από δέκα χρόνια πέρασαν από τότε κι οι φούσκες, αντί να γίνουν φόβητρο για τους Έλληνες πολλαπλασιάστηκαν.
Το ευρώ σίγουρα βοήθησε σ΄ αυτό, αφού και το ίδιο, μπορεί να αποδειχθεί φούσκα.
Το real estate, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι άδειες των ταξί, τα δημόσια κτίρια, οι Ολυμπιακοί αγώνες, τα κανάλια, τα ραδιόφωνα, οι ποδοσφαιρικές ομάδες, τα τραγούδια, τα Πανεπιστήμια, οι διορισμοί στο δημόσιο, τα αυτοκίνητα, το life style, οι ερωτικές σχέσεις, οι φιλίες, οι αξίες , τα συναισθήματα, όλα τελικά, μέσα σε τόσο λίγα χρόνια ήταν μια φούσκα!
Πώς δεν το καταλάβαμε όμως, πως μας ξεγέλασε η ταχύτητα κι ο ίλιγγος των εντυπώσεων;
Στο παρελθόν, ίσως, οι μηχανισμοί διάσωσης θα μπορούσαν να λειτουργήσουν. Τώρα όμως, φαίνεται ότι η κατάσταση δεν έχει εύκολη λύση. Όσο περνάει ο καιρός το δανεικό χρήμα δεν δείχνει να σώζει τα πράγματα.
Οι Γερμανοί, για τους δικούς τους λόγους, σκέφτηκαν να βάλουν τάξη στον άρρωστο καπιταλισμό χωρίς να υπολογίσουν πολύ την τραγικότητα του κακομοίρη που έμαθε να ζει με φούσκες και πλασματικές υπεραξίες.
Δεν είναι άλλωστε θέμα χρημάτων πια. Γύρω μας υπάρχουν άπειροι προδομένοι που γυρνούν την πλάτη στην πικρή αλήθεια γιατί δεν μπορούν να συναισθανθούν το σενάριο του μέλλοντος.
Γύρω μας ανακαλύπτουμε, καθημερινά, ανθρώπους που ακόμα δεν κατάλαβαν ότι η ίδια τους η ζωή είναι μια φούσκα από τον αέρα που έριξαν μέσα τα ψέματα των ερωτικών συντρόφων, τα προσποιητά λόγια των φίλων, η πρόσκαιρη ασφάλεια της χρεωμένης οικογένειας, το άχρηστο πτυχίο τους και η επίπλαστη αίσθηση του σεβασμού της κοινωνίας.
Πόσοι ακόμα δεν έχουν συνειδητοποιήσει ότι αυτή τη φορά δεν πρόκειται απλά για ένα χρηματιστηριακό κραχ αλλά για κάλπικες υπεραξίες ηθών, ενστίκτων, αρχών και συναισθημάτων που χρεοκόπησαν τον επαίτη ανθρωπάκο της δίψας και του ξιπασμού.
Κοίτα να δεις όμως, που κάποιοι επιμένουν.
Ακόμα τα ξενυχτάδικα είναι γεμάτα το Σάββατο, ακόμα οι αξιοθρήνητοι βουλευτές κάνουν ρουσφέτια στις μετατάξεις, ακόμα τα ξενοδοχεία δε ρίχνουν αισθητά τις τιμές, ακόμα οι κατασκευαστές κρατούν απούλητα τα κακόγουστα σπίτια τους. Ακόμα οι άνεργοι νέοι πίνουν αμέριμνοι το καφεδάκι τους με τεσσεράμισι ευρώ. Ακόμα κάποια κανάλια πλασάρουν το απόλυτο τίποτα ως επιλογή και τρόπο ζωής. Θα πεθάνουν μαζί με τη φούσκα τους! Θα πέσουν ηρωικά στο κενό μαζί με τα κουρέλια του μπαλονιού, θα το τραβήξουν μέχρι τέλους!
Φούσκα κι η παραπλανητική λειτουργία της Δημοκρατίας.
Ποιος σοβαρός άνθρωπος πίστεψε πως αυτό το κακέκτυπο του αγγλοσαξωνικού κοινοβουλευτικού συγκεντρωτισμού είναι γνήσια Δημοκρατία; Το πολιτικό σύστημα διαλύθηκε στις συνειδήσεις μας αλλά δεν καταρρέει επειδή η άλλη φούσκα των τηλεοράσεων το κρατάει ζωντανό, προσπαθώντας, αγωνιωδώς, να βρει τη δέουσα λύση στη μετάλλαξή του.
Στις «Μπανανίες» η μία φούσκα στηρίζει την άλλη κι όλες μαζί τα φουσκωμένα μυαλά του εξαθλιωμένου συνειδησιακά υπηκόου.
Τη δικιά μας «Δημοκρατία» τη φούσκωσαν, μεταπολεμικά, με ένα σωρό ανοησίες. Άλλοτε εθνικιστικές φανφάρες κι άλλοτε αριστερές ιδεοληψίες και λαϊκίστικες επικλήσεις ψευδοεπαναστατών.
Η χειρότερή μας, ίσως φούσκα είναι η υπερπαραγωγή πτυχιούχων.
Δεν υπήρξε ποτέ χειρότερος εμπαιγμός των νέων στην ιστορία της Ελλάδας. Από που κι ως που αυτή η αναιμική αγορά εργασίας, θα μπορούσε να απορροφήσει τόσους «ακαλλιέργητους» εξειδικευμένους νέους; Πώς ήταν δυνατόν η μεταπραττική μικροκαπιταλιστική μας οικονομία να καλύψει τόσο δυναμικό που αποφοιτά από τα Ελληνικά Πανεπιστήμια;
To αποτέλεσμα είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι κι ακόμα περισσότεροι εν δυνάμει «επιστήμονες» στα σχολεία, να μη θέλουν να ασχοληθούν με τίποτε άλλο εκτός από αυτό που σπούδασαν.
Η απαξίωση της χειρωνακτικής εργασίας, είναι πιθανό ότι θα οδηγήσει και στη χαριστική βολή της ελληνικής οικονομίας.
Πέρα από την ανεύθυνη ρητορική της καταστροφολογίας η κατάσταση είναι, πλέον, σοβαρή, σχεδόν απελπιστική.
Μόνο ένα πολύ δυνατό σοκ θα ξυπνήσει την «ωραία κοιμωμένη» που αιωρείται στο εσωτερικό του μπαλονιού. Τα μνημόνια και οι αποφάσεις των ξένων δε βλέπω να συγκινούν τους περισσότερους.
Αυτοί περιμένουν τη μαγική τρόμπα να συνεχίσουν την «πτήση».
Ίσως η άρση της μονιμότητας, ίσως η στάση πληρωμών, ίσως μια κυβέρνηση τεχνοκρατών θα μπορούσε να σοκάρει με την απότομη κάθοδο ή τις δρακόντειες αποφάσεις.
Εκείνο που με θλίβει περισσότερο απ΄ όλα είναι πως ήρθε αυτή η βελούδινη απώλεια της συνείδησης, πως διογκώθηκε έτσι άχαρα και μοιραία η ζωή μας, πως δεν πήραμε χαμπάρι τόσα ψέματα.
Πώς φούσκωσαν έτσι τα μυαλά μας, πως δεν το καταλάβαμε, «πως όταν έκτιζαν τα τείχη γύρω μας τίποτα δεν προσέξαμε... πως δεν ακούσαμε κρότον κτιστών ή ήχον... πως ανεπαισθήτως μας έκλεισαν από τον κόσμον έξω!»
Ανδρέας Ζαμπούκας,
καθηγητής Φιλόλογος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου